
Νόσος Dupuytren
Η Νόσος Dupuytren, γνωστή και ως ρίκνωση της παλαμιαίας περιτονίας, είναι μια χρόνια εξελισσόμενη πάθηση που προσβάλλει την παλάμη του χεριού και οδηγεί σταδιακά σε παραμόρφωση των δακτύλων. Χαρακτηρίζεται από την πάχυνση και σύσπαση της παλαμιαίας περιτονίας, ενός ιστού που βρίσκεται ακριβώς κάτω από το δέρμα της παλάμης. Η κατάσταση αυτή προκαλεί σχηματισμό ινωδών χορδών και οζιδίων, τα οποία τραβούν τα δάχτυλα προς την παλάμη και περιορίζουν την πλήρη έκτασή τους.
Συμπτώματα της Νόσου Dupuytren
Τα πιο συχνά συμπτώματα περιλαμβάνουν:
- Σχηματισμός σκληρών οζιδίων στην παλάμη, συνήθως κοντά στη βάση του τέταρτου και πέμπτου δακτύλου (παραμέσου και μικρού).
- Ανάπτυξη ινωδών χορδών κάτω από το δέρμα, οι οποίες προκαλούν βαθμιαία κάμψη των δακτύλων.
- Απώλεια της ικανότητας έκτασης των δακτύλων, ιδιαίτερα στο τελικό στάδιο.
- Η κατάσταση δεν προκαλεί πόνο, αλλά μπορεί να δημιουργήσει σημαντικά προβλήματα στην καθημερινή λειτουργικότητα του χεριού (π.χ. σφίξιμο χεριού, πλύσιμο, γραφή).
Αιτίες της Νόσου Dupuytren
Η αιτιολογία της Νόσου Dupuytren παραμένει ασαφής, ωστόσο έχει παρατηρηθεί ότι ορισμένοι παράγοντες αυξάνουν την πιθανότητα εμφάνισής της:
- Ηλικία: Συχνότερη σε άτομα άνω των 50 ετών.
- Φύλο: Οι άνδρες επηρεάζονται σε σημαντικά μεγαλύτερο ποσοστό.
- Κληρονομικότητα: Υψηλή συσχέτιση με οικογενειακό ιστορικό της πάθησης.
- Σακχαρώδης Διαβήτης
- Κατανάλωση αλκοόλ και κάπνισμα
- Χρήση εργαλείων με δόνηση για μεγάλο χρονικό διάστημα
- Παρουσία άλλων ινοπλαστικών νοσημάτων (π.χ. Peyronie, ρίκνωση πέλματος)
Δεν έχει αποδειχθεί ότι ο τραυματισμός ή η υπερχρήση του χεριού προκαλούν την πάθηση, αν και συχνά συγχέονται με τα αρχικά συμπτώματα.
Διάγνωση της Νόσου Dupuytren
Η διάγνωση της νόσου Dupuytren βασίζεται κυρίως στην κλινική εξέταση. Ο γιατρός ψηλαφά τα οζίδια και τις χορδές στην παλάμη και παρατηρεί την παραμόρφωση των δακτύλων προς κάμψη.
Επιπλέον, πραγματοποιείται η δοκιμή της έκτασης των δακτύλων πάνω σε επίπεδη επιφάνεια (τεστ tabletop). Απεικονιστικές εξετάσεις, όπως ακτινογραφίες ή μαγνητική τομογραφία, δεν είναι απαραίτητες εκτός εάν υπάρχουν άλλα συνοδά προβλήματα.
Θεραπεία της Νόσου Dupuytren
Η θεραπευτική αντιμετώπιση εξαρτάται από το βαθμό παραμόρφωσης και τη γωνία κάμψης, τον ρυθμό εξέλιξης της νόσου, τον λειτουργικό αντίκτυπο στην καθημερινότητα, καθώς και από την ηλικία και τη γενική υγεία του ασθενούς.
Συντηρητική Αντιμετώπιση
Σε ήπιες περιπτώσεις όπου η παραμόρφωση δεν είναι έντονη, εφαρμόζονται συντηρητικές μέθοδοι, όπως η τροποποίηση δραστηριοτήτων που καταπονούν την παλάμη, η χρήση νυχτερινών ναρθήκων, φυσικοθεραπείες και διατάσεις, καθώς και η τακτική παρακολούθηση της εξέλιξης από ειδικό.
Ωστόσο, οι συντηρητικές μέθοδοι δεν αναστρέφουν την παραμόρφωση, αλλά χρησιμοποιούνται ως μέτρα σταθεροποίησης ή καθυστέρησης.
Χειρουργική Αντιμετώπιση
Η χειρουργική επέμβαση αποτελεί τη μόνη ριζική λύση όταν η γωνία κάμψης υπερβαίνει τις 30 μοίρες, όταν η λειτουργικότητα του χεριού επηρεάζεται σημαντικά ή όταν η πάθηση εξελίσσεται ταχέως.
Εξειδικευμένες Επεμβάσεις από τον Δρ. Ιωάννη Κορμπάκη
Ο Δρ. Ιωάννης Κορμπάκης, εξειδικευμένος Μικροχειρουργός Άκρας Χειρός με πολυετή εμπειρία στις Η.Π.Α., εφαρμόζει με επιτυχία όλες τις σύγχρονες τεχνικές χειρουργικής αποκατάστασης της νόσου Dupuytren:
- Διαδερμική Απελευθέρωση (Needling)
- Ελάχιστα επεμβατική μέθοδος
- Τοπική αναισθησία
- Άμεση κινητοποίηση του δακτύλου
- Γίνεται χωρίς τομές – χαμηλός χρόνος αποθεραπείας
- Επιλεκτική ή Ριζική Φασιεκτομή
- Αφαίρεση της παθολογικής περιτονίας
- Χρησιμοποιείται όταν υπάρχουν εκτεταμένες χορδές
- Επιτυγχάνει πλήρη αποκατάσταση της έκτασης
- Σε προχωρημένες περιπτώσεις, γίνεται και πλαστική αποκατάσταση με μοσχεύματα δέρματος
Η χειρουργική αποκατάσταση απαιτεί εξειδικευμένες γνώσεις μικροχειρουργικής, καθώς η ανατομία της άκρας χείρας είναι ιδιαίτερα πολύπλοκη και κάθε παρέμβαση πρέπει να προστατεύει τα νεύρα και τα αιμοφόρα αγγεία των δακτύλων.
Μετεγχειρητική Αποκατάσταση
Η ανάρρωση μετά την επέμβαση ποικίλλει ανάλογα με τον τύπο της χειρουργικής παρέμβασης. Σε ελαφρές επεμβάσεις, όπως οι διαδερμικές, οι ασθενείς μπορούν να επιστρέψουν στις καθημερινές τους δραστηριότητες μέσα σε 7 έως 10 ημέρες.
Αντίθετα, οι πλήρεις φασιεκτομές απαιτούν φυσικοθεραπείες για την αποκατάσταση της κινητικότητας. Συνήθως, συνιστάται η χρήση νυχτερινού νάρθηκα για 6 έως 8 εβδομάδες, προκειμένου να προληφθεί η υποτροπή της νόσου.
Οι περισσότεροι ασθενείς ανακτούν σχεδόν πλήρη λειτουργικότητα μέσα σε 4 με 6 εβδομάδες.
Επιπλοκές & Υποτροπή
Όσον αφορά τις επιπλοκές και την υποτροπή, η νόσος Dupuytren παρουσιάζει αυξημένο κίνδυνο υποτροπής, ιδιαίτερα όταν η χειρουργική επέμβαση δεν περιλαμβάνει την πλήρη αφαίρεση του παθολογικού ιστού, όταν δεν ακολουθείται πιστά το μετεγχειρητικό πρόγραμμα αποκατάστασης, ή όταν υπάρχει έντονη γενετική προδιάθεση.
Η χειρουργική ομάδα του Δρ. Κορμπάκη εφαρμόζει εξειδικευμένα πρωτόκολλα με στόχο τη σημαντική μείωση της πιθανότητας υποτροπής.
Η Νόσος Dupuytren μπορεί να φαίνεται αρχικά σαν μια αθώα σκληρία στην παλάμη, αλλά με την πάροδο του χρόνου μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρή δυσλειτουργία του χεριού. Η έγκαιρη διάγνωση και η σωστή καθοδήγηση από έναν εξειδικευμένο χειρουργό της άκρας χείρας είναι καθοριστικής σημασίας για την πρόληψη μόνιμων βλαβών. Ο Δρ. Ιωάννης Κορμπάκης διαθέτει την εμπειρία και την εξειδίκευση να σας προτείνει την κατάλληλη θεραπευτική λύση, με στόχο την πλήρη αποκατάσταση της λειτουργικότητας του χεριού σας.
Συχνές Ερωτήσεις (FAQs)
- Πόσο συχνή είναι η Νόσος Dupuytren;
Η νόσος εμφανίζεται πιο συχνά σε άνδρες άνω των 50 ετών, με καταγωγή από τη Βόρεια Ευρώπη. Η συχνότητά της αυξάνεται με την ηλικία.
- Είναι επικίνδυνη η πάθηση;
Η νόσος δεν είναι επικίνδυνη για τη ζωή, αλλά μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρή δυσχέρεια στις καθημερινές κινήσεις του χεριού.
- Πονάει η Νόσος Dupuytren;
Συνήθως δεν προκαλεί πόνο, όμως μπορεί να προκαλέσει αίσθημα σφιξίματος και έντασης στην παλάμη.
- Μπορεί να προληφθεί;
Δεν υπάρχει τρόπος πλήρους πρόληψης, ωστόσο η αποφυγή καπνίσματος και αλκοόλ και η τακτική παρακολούθηση μπορεί να βοηθήσει στην καθυστέρηση της εξέλιξης.
- Υπάρχει πιθανότητα υποτροπής μετά την επέμβαση;
Ναι, κυρίως σε άτομα με ισχυρή γενετική προδιάθεση. Η πλήρης αφαίρεση του παθολογικού ιστού μειώνει δραστικά τον κίνδυνο.